Η αλήθεια είναι πως μερικά είδη φαρμάκων παχαίνουν… 🙁 Τι ακριβώς συμβαίνει και ποιά είναι αυτά;
Τα φάρμακα λοιπόν που πραγματικά μπορεί να μας παχύνουν είναι πολύ συγκεκριμένα – και η αύξηση του σωματικού βάρους που προκαλούν σπανίως φτάνει σε διψήφιους αριθμούς… 😛
Παρ΄ ότι η παχυσαρκία στους ενήλικες αποτελεί κατά 99% συνέπεια κακής διατροφής και καθιστικής ζωής και σπανίως συνέπεια λήψης φαρμάκων, υπάρχουν ορισμένα φάρμακα που όντως μπορεί να μας προσθέσουν κάποια κιλά – αλλά βεβαίως όχι αναπόφευκτα, ούτε σε όλους τους ασθενείς. Τα φάρμακα αυτά μπορούν να χωρισθούν σε τρεις κατηγορίες:
α) Σε εκείνα που μας παχαίνουν επειδή ανοίγουν την όρεξη
β) Σε εκείνα που αυξάνουν το σωματικό βάρος, προκαλώντας κατακράτηση υγρών
γ) Σε εκείνα που επιδρούν στον μεταβολισμό
α) Στα φάρμακα που διεγείρουν την όρεξη εμπίπτουν κυρίως ορισμένα ψυχοφάρμακα, τα οποία επιδρούν στο κεντρικό νευρικό σύστημα και επηρεάζουν τα κέντρα του εγκεφάλου που σχετίζονται με την πείνα και τον κορεσμό της.
Στην κατηγορία αυτή ανήκουν ορισμένα αντικαταθλιπτικά και αντιψυχωσικά σκευάσματα, τα οποία μπορεί να προκαλέσουν αύξηση του σωματικού βάρους κατά 5 έως 6 κιλά. Ωστόσο, αυτό δεν σημαίνει ότι όλα τα αντικαταθλιπτικά και όλα τα αντιψυχωσικά φάρμακα μας παχαίνουν.
β) Δεύτερη κατηγορία είναι τα φάρμακα που επιδρούν στον μεταβολισμό, με κύριο εκπρόσωπο τα σκευάσματα για τον διαβήτη. Ένας άνθρωπος που έχει υψηλά επίπεδα σακχάρου στο αίμα και δεν παράγει ινσουλίνη, έχει πολύ κακό μεταβολισμό.
Ο οργανισμός του, αντί να κατακρατά τις ποσότητες σακχάρου που χρειάζεται στους ιστούς για να τις μετατρέψει σε ενέργεια ή λίπος, τις αποβάλλει με την ούρηση και έτσι ο πάσχων από διαβήτη δεν παχαίνει. Αυτό μπορεί να τον χαροποιεί, αλλά το να έχει διαρκώς αυξημένα επίπεδα σακχάρου τον θέτει σε πολυάριθμους κινδύνους, όπως η προοδευτική ανάπτυξη βλαβών στα αιμοφόρα αγγεία. Πρέπει λοιπόν να αρχίσει θεραπεία- και όταν αρχίσει την ινσουλίνη, ο οργανισμός του αρχίζει να κατακρατά σάκχαρο, το μετατρέπει σε λίπος και έτσι ο ασθενής παίρνει κάποια κιλά.
Η αλήθεια είναι ότι αύξηση του σωματικού βάρους παρατηρείται συχνά και σε ασθενείς με διαβήτη που δεν παίρνουν ινσουλίνη, αλλά ποικίλα άλλα αντιδιαβητικά φάρμακα. Τα περισσότερα από τα υπάρχοντα φάρμακα για τον διαβήτη, αλλά κυρίως οι γλιταζόνες, συνοδεύονται με αύξηση του σωματικού βάρους.
γ) Στα φάρμακα που αυξάνουν το σωματικό βάρος προκαλώντας κατακράτηση υγρών ανήκουν οι ορμόνες, με κύριους εκπροσώπους τα αντισυλληπτικά και, βεβαίως, την κορτιζόνη.
Ορισμένα από τα ορμονούχα φάρμακα που χρησιμοποιούνται στη Γυναικολογία προκαλούν κατακράτηση υγρών, κυρίως λόγω των οιστρογόνων που περιέχουν…
Η κατακράτηση είναι πιο μεγάλη με τα συνθετικά οιστρογόνα που υπάρχουν στα αντισυλληπτικά χάπια, παρά με τα φυσικά οιστρογόνα που περιέχονται στα σκευάσματα για υποκατάσταση, τα οποία χορηγούνται μετά την εμμηνόπαυση .
Η αλήθεια είναι ότι τα τελευταία χρόνια έχει μειωθεί η δοσολογία των οιστρογόνων στα αντισυλληπτικά, με αποτέλεσμα να περιορίζεται η κατακράτηση και η αύξηση του βάρους σε ελάχιστα επίπεδα. Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι μια γυναίκα μπορεί να πάρει 1 έως 3 κιλά όταν αρχίζει τα αντισυλληπτικά ή και να μην παχύνει καθόλου.
Ωστόσο, δεν επηρεάζουν όλα τα αντισυλληπτικά εξίσου τον κίνδυνο αύξησης του σωματικού βάρους. Στην πραγματικότητα, ορισμένα δεν τον επηρεάζουν σχεδόν καθόλου λόγω της σύνθεσής τους, ενώ ο οργανισμός όλων των γυναικών δεν αντιδρά με τον ίδιο τρόπο στη λήψη των αντισυλληπτικών χαπιών. Γι΄ αυτό, η επιλογή του αντισυλληπτικού πρέπει να γίνεται σε συνεργασία με τον γιατρό.
Τα φάρμακα που χορηγούνται στις ορμονοθεραπείες υποκατάστασης προκαλούν πολύ μικρότερη κατακράτηση υγρών, εξαιτίας της φυσικής προγεστερόνης που περιέχουν.
Η προγεστερόνη ανταγωνίζεται τη δράση των οιστρογόνων στην κατακράτηση υγρών, γι΄ αυτό οι γυναίκες που κάνουν υποκατάσταση δεν παρουσιάζουν συνήθως αύξηση βάρους.
Από προσωπικά βιώματα περί φαρμάκων και “αυξομείωση” βάρους, συνιστώ τακτική άσκηση (αερόβια αλλά και αναερόβια) αλλά σχετική μείωση ποσότητας των ημερήσιων θερμίδων που λαμβάνουμε μέσω της τροφής…Ποτέ υπερβολές! 😉
Αποσπάσματα του άρθρου αυτού πάρθηκαν από άρθρο της Ρούλας Τσουλέα, δημοσιευμένο στην εφημερίδα ΤΑ ΝΕΑonline ενότητα “Υγεία δράση&ζωή”.
Πολύ κατατοπιστικό με ιδιαίτερο ενδιαφέρον.